Μέσα απ’ το στενό κλουβί του
δύο χέρια το αρπάζουν
τα ποδάρια του χτυπάει δεξιά κι αριστερά
μα αποτέλεσμα δε βγάζουν
το ‘χουν πιάσει απ’ τ’ αυτιά.
και ανάσκελα το δένουν.
Μοιάζει με εσταυρωμένο
μα τι άραγε να θέλουν
από τούτο το καημένο;
Με τα μέλη τεντωμένα
να πονούν ήδη πολύ
κάθε κίνηση που κάνει
φέρνει οδύνη τρομερή
και απόγνωση το πιάνει.
Μα ετούτοι με τις μάσκες
που φορούν στα πρόσωπά τους
με απόφαση ψυχρή
βλέπουνε το πείραμά τους
ως να μην έχει ψυχή.
Με απελπισία στα μάτια
και με φόβο τρομερό
στο δεμένο άσπρο κουνέλι
είναι τώρα φανερό
κάτι άσχημο του μέλλει.
Ένας παίρνει το νυστέρι
και του ανοίγει την κοιλιά,
φρίκη απίστευτη το πιάνει
θα ‘θελε να ‘χει μιλιά
για να τους φωνάξει: «-φτάνειειειει!»
Άγνωστό μου κουνελάκι
μαναράκι μου γλυκό
ξέρω πόσο υποφέρεις
μα και στον κόσμο το σκληρό
σ’ αγαπούν κάποιοι, να ξέρεις…
1 σχόλιο:
Τί σχόλιο να κάνει κανείς...; Σιωπή.
Δημοσίευση σχολίου